Είσοδος Μέλους

Παρασκευή, 26 Φεβρουαρίου 2016 09:30

Το αντίο ενός σκύλου, που ένιωσε τα πάντα

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(26 ψήφοι)

Για όποιον έχει ζήσει με κατοικίδια, ξέρει καλά πως η στιγμή που θα πρέπει να αποχαιρετίσεις τους αγαπημένους σου τετράποδους φίλους, είναι από εκείνες που θα ευχόσουν να μην τις είχες ζήσει ποτέ!

Τα αγαπημένα μας κατοικίδια, μένουν στην ζωή μας για 12-15 χρόνια κι αυτό σημαίνει πως αργά ή γρήγορα, θα πρέπει να ζήσουμε και τον αποχωρισμό τους.

Ο μουσικός, John Pointer, πρόσφατα, έζησε την απώλεια του αγαπημένου του σκύλου Benny, που ήταν πια πολύ άρρωστος.

Ενώ ο σκύλος ήδη υπέφερε από καρδιακό νόσημα και καρκίνο και προσπαθούσαν οι γιατροί του να τα αντιμετωπίσουν, προέκυψε θέμα και με τα νεφρά του και κάπου εκεί εξανεμίστηκαν οι ελπίδες όλες.

O John, έπρεπε πια να πάρει μια από τις δυσκολότερες αποφάσεις της ζωής του. Να πονέσει εκείνος, αλλά να απαλλάξει τον πιστό του σύντροφο από το μαρτύριο που πέρναγε.

Έτσι ο John, πήρε μεν την δύσκολη απόφαση αλλά αποφάσισε να γράψει μια ιστορία, μέσα από τα μάτια του Benny.

Χθες, ήταν μια περίεργη μέρα. Δεν μπορούσα να σηκωθώ από το κρεβάτι. Ήρθε ο John και με σήκωσε.

Προσπάθησα να σταθώ στα πόδια μου αλλά δεν με υπάκουγαν. Κι εκείνος, με κράτησε πιο σφιχτά στην αγκαλιά του και με καθησύχασε. Με κατέβασε κάτω και με έβγαλε στην μπροστινή πόρτα. Ευτυχώς που το έκανε γιατί ήθελα πολύ να κάνω πιπί μου, τόσο που δεν έκανα ούτε μισό βήμα από εκεί που με άφησε. Κανονικά εγώ, ποτέ δεν θα λέρωνα μπροστά στην πόρτα, αλλά νομίζω πως ήταν η εξαίρεση σήμερα.

Άρχισα να περπατάω στον κήπο για να πάω στην γωνιά μου, εκεί που πηγαίνω πάντα για να κάνω τα κακά μου. Όμως ένιωσα τις πατούσες μου να μην κινούνται. Προσπαθούσα, αλλά δεν πρόλαβα. Τα έκανα εκεί που ήμουν και ξέρω πως δεν έπρεπε να γίνει αυτό, είναι τόσο λάθος…”

“Ο αγαπημένος μου ο John, μάζεψε τις ακαταστασίες μου. Τα καθάρισε όλα κι εγώ ντράπηκα. Ντράπηκα πολύ. Τον κοίταξα κι εκείνος με ρώτησε αν θέλω να συνεχίσω να περπατάω. Κι εγώ συνέχισα αλλά ήταν δύσκολο. Ήταν πολύ δύσκολο. Μέχρι να φτάσουμε στην άλλη πλευρά του κήπου, ζαλιζόμουνα. Προσπάθησα να σκαρφαλώσω στο μικρό λοφάκι και σχεδόν έπεσα κάτω. Δεν καταλαβαίνω τι μου συμβαίνει.

Κι εκείνος, γονάτισε και με πήρε ξανά στην αγκαλιά του. Κι αυτό ήταν τόσο ανακουφιστικό.

Με σήκωσε και με πήγε σπίτι.

Είμαι ακόμα μπερδεμένος και ζαλίζομαι, αλλά χαίρομαι που δεν χρειάστηκε να περπατήσω μέχρι το σπίτι.
Ξαφνικά μοιάζει τόσο μεγάλη η απόσταση.”

“Ένιωσα πολύ καλύτερα όταν ξάπλωσα στο κρεβάτι μου. Κι εκείνος ήρθε και με κανάκεψε, με χάιδεψε και κάθισε μαζί μου. Πόσο χαίρομαι όταν το κάνει αυτό. Όλα μοιάζουν καλύτερα έτσι.

Μου χάιδεψε τις πατούσες και άγγιξε τα χείλια μου. Αμέσως κατάλαβε πως κρύωνα πολύ. Το πρόσωπό μου κρύωνε, οι πατούσες μου το ίδιο. Τον είδα που έστειλε κάτι μηνύματα και ήρθε πάλι κοντά μου.
Μετά από λίγο, ήρθε ο Jay, είναι από τους πιο αγαπημένους φίλους του John κι εγώ πολύ τον αγαπάω. Έφερε κουβέρτα και με σκέπασε και ένιωσα τόσο καλύτερα.
Έμειναν κι οι δυο κοντά μου αλλά δεν ξέρω γιατί, έκλαιγαν.
Έκλαιγαν πολύ.”

Μα εγώ δεν θέλω να κλαίνε. Εγώ στεναχωριέμαι όταν κλαίνε.

Δουλειά μου πάντα ήταν να τους κάνω να νιώσουν καλύτερα. Όμως νιώθω τόσο κουρασμένος και κρυώνω.

Κοιμήθηκα, ξύπνησα, ξανακοιμήθηκα, κι εκείνοι δίπλα μου να κοιτάνε αν ήμουν καλά.

Μέσα στον βαθύ μου ύπνο τους άκουγα να μιλάνε.
Όλη τη μέρα, ο άνθρωπός μου, ο φίλος μου, ο John μου, έμεινε δίπλα μου. Έκανε κάτι τηλέφωνα, αλλά δεν με άφησε καθόλου.
Σε ένα από αυτά τον άκουσα να δίνει ραντεβού για τις 9 το πρωί αν δεν άλλαζε τίποτα.
Το ραντεβού ήταν με έναν γιατρό. Πήρε κι ακύρωσε και το ραντεβού του με εκείνη την κοπέλα που βγαίνει τώρα τελευταία.
Κι όπως με έπαιρνε ο ύπνος, τον άκουσα να κλαίει ξανά.”

“Το βράδυ ήρθαν όλοι οι αγαπημένοι μου άνθρωποι! Όλοι όσοι αγαπάω και με αγαπάνε!

Έκλαιγαν όλοι όμως κι εγώ σκούπιζα τα δάκρυά τους όταν έρχονταν κοντά μου και τους έφτανα.
Μου έλεγαν γλυκόλογα και πόσο με αγαπάνε.
Αργότερα, ένιωσα καλύτερα και σηκώθηκα να πάω μέχρι την πόρτα να δω ποιος άλλος θα ερχόταν.
Δεν θυμάμαι πότε έγινε τόσο κουραστική αυτή η διαδρομή.
Τότε τον άκουσα να λέει πως είναι η πρώτη φορά που σηκώθηκα μόνος μου σήμερα και είχε δίκιο!
Κι όσο κι αν χάρηκαν κι εκείνοι κι εγώ, ένιωσα τόσο μεγάλη εξάντληση να κινούμαι ανάμεσά τους!”

“Όταν έφυγε κι ο τελευταίος καλεσμένος, ο John, με έβγαλε έξω για την “ανάγκη” μου. Μπήκαμε γρήγορα μέσα αλλά η σκάλα του σπιτιού δεν ξέρω γιατί, μου έμοιαζε σαν να έγινε διπλάσια ξαφνικά.

Και σαν να άκουσε τις σκέψεις μου, ο άνθρωπός μου, ο φίλος μου, με πήρε αγκαλιά και με ανέβασε πάλι πάνω!
Τότε έγινε ακόμα καλύτερο το βράδυ μου!!
Αντί να με βάλει στο κρεβάτι μου, με έβαλε στο δικό του…
Ναι, ναι, καλά καταλάβατε, με άφησε να κοιμηθώ στο κρεβάτι του!!
Δεν με αφήνει ποτέ να κοιμάμαι στο τεράστιο, υπέροχο κρεβάτι του!
Εντάξει δεν έχω παράπονο, κι εμένα μου έχει ένα τέλειο μαλακό κρεβάτι, αλλά το δικό του είναι πιο ωραίο.
Και με πήρε αγκαλιά. Και ένιωθα τόσο καλά κοντά του.
Όσο με έπαιρνε ο ύπνος σκεφτόμουνα.. Εδώ ανήκω. Δεν θα ξαναφύγω ποτέ από εδώ!!
Όμως ήταν δύσκολη η νύχτα και δεν ένιωθα καλά.
Κάποιες στιγμές δεν μπορούσα ούτε να ανασάνω. “
“Προσπαθώ να θυμηθώ πότε ξεκίνησε όλο αυτό. Πρέπει να ήταν πριν λίγους μήνες, τότε που παίζαμε ποδόσφαιρο στον κήπο κι εγώ λιποθύμησα. Δεν θυμάμαι τι έγινε. Θυμάμαι ένα σκοτάδι κι όταν δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Θυμάμαι εκείνον τρομαγμένο να λέει το όνομά μου αλλά δεν μπορούσα να κουνηθώ.
Μου σήκωσε το κεφάλι, με κοίταξε στα μάτια και τον κοίταγα κι εγώ αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα.
Ούτε καν να του γλύψω το πρόσωπο!
Δεν μπορούσα να ανταποκριθώ!
Και ξαφνικά πήρα ανάσα κι όλα πέρασαν!!
Όμως εκείνος δεν με άφησε στην ησυχία μου. Με πήγε σε κάτι γιατρούς κι εγώ άρχισα να μαθαίνω καινούριες λέξεις.Καρδιομυοπάθια, καρκίνος, νεφρά”
Εγώ από την άλλη το μόνο που ξέρω είναι πως τον αγαπάω κι είμαι καλά μαζί του.. απλά παίρνω τα χάπια που μου δίνει αν και τελευταία.. δεν φαίνεται να με κάνουν καλύτερα!”

“Σήμερα τον άκουσα που σηκώθηκε κι έκανε μπάνιο. Ήρθε στο δωμάτιο και μύριζε τόσο ωραία! Με βοήθησε να σηκωθώ αλλά μπορούσα και μόνος μου!! Κατέβηκα και τις σκάλες αλλά να, δεν το ήθελα, αλλά πάλι έμοιαζαν ατελείωτες. Κι ήρθε και με πήρε πάλι αγκαλιά και με έβγαλε έξω.

Όταν μπήκαμε μέσα, μου έδωσε μια τέλεια κονσέρβα!! Τέλεια σου λέω..
Ήρθε πάλι ο Jay, τι ωραία έκπληξη. Δεν το συνηθίζει να έρχεται τόσο συχνά.
Έδειχναν ανήσυχοι αλλά με φρόντιζαν. Κι αν και προσπαθούσαν να μην το δείξουν εγώ τους έβλεπα πως ήταν λυπημένοι.
Μετά από λίγο ήρθε και μια γιατρός.”

“Τους ακούω να μιλάνε. Κοιτάνε τα ούλα μου και τις πατούσες μου. Εκείνη του λέει για μια απόφαση που πρέπει να πάρει. Ο John είναι ανάστατος. Με δείχνει και σηκώνεται. Δείχνει το πρόσωπό μου και λέει πως δεν είμαι πια ούτε καν ροζ.. είμαι κατά-χλωμος.

Οι φίλοι μου ζήτησαν χρόνο και βγήκαν έξω. Αλλά εγώ τους ακούω. Λένε για μια αγωνία και μια ταλαιπωρία που πρέπει να τελειώσει. Συμφωνούν κι οι δυο.
Έχω σηκωθεί με δυσκολία και περπατάω αλλά νιώθω πολύ χάλια.

Όταν ξαναμπαίνουν μέσα, νιώθω το κεφάλι μου βαρύ και τις πατούσες μου παγωμένες και κάτι δεν πάει καλά με τα πίσω πόδια μου.”

“Η κυρία με την ιατρική ρόμπα, τους είπε πως θα μου κάνει μια ένεση στους μυς. Είναι ηρεμιστική. Μετά, θα μπορέσουν να μείνουν δίπλα μου μέχρι να κοιμηθώ.

Ο άνθρωπός μου, ο φίλος μου, ο κολλητός μου, ήρθε και με κοίταξε στα μάτια.
Προσπάθησε πολύ να μην κλάψει. Μου κράτησε το πρόσωπο όσο εκείνη μου έκανε την ένεση.
Κι εγώ τον κοίταγα στα μάτια. Είναι ο άνθρωπός μου. Είναι τέλειος κι εγώ θα είμαι για πάντα κοντά του.
Με το Jay, με φρόντισαν πολύ, μου έλεγαν γλυκόλογα για το πόσο καλό σκυλί είμαι και πόσο ευτυχισμένοι ήταν που με είχαν στην ζωή τους.
Το μυαλό μου θολώνει.
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΟΥ!
John, σε αγαπάω το ξέρεις έτσι;

Ξέρεις πόσο πολύ σε αγαπάω;;”

“Χάνομαι πάλι. ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΟΥ! Θέλω να τον κοιτάω. Τον αγαπάω τόσο. Θα είμαι πάντα στο πλευρό του. Και το ξέρει.

Γιατί νυστάζω; ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΟΥ!! Θέλω να τον κοιτάω με όλη μου την αγάπη.
Η γιατρός λέει πως έχω απίστευτη επιθυμία και θέληση να μείνω κοντά του. Ότι το παλεύω κι είναι εντυπωσιακό.
Κι αυτό κάνει τον John να λυγίσει και να κλάψει με λυγμούς. Λέει πως το ξέρει και ξέρει πως ζω για εκείνον. Λέει πως ξέρει πόσο αφοσιωμένος είμαι και ότι η ψυχή μου είναι δική του.
Με παίρνει αγκαλιά και κλείνει τα μάτια μου.
Τα ανοίγω και τον ξανακοιτάω. Κοιταζόμαστε.
Θέλω να ξαπλώσω. Το καταλαβαίνει και με βοηθάει. Και νιώθω τόσο καλά..
Πόσο τυχερός είμαι που τον έχω στην ζωή μου;
Και ξαφνικά ένιωσα δεκάδες χέρια να με χαϊδεύουν. Όποιος αγάπησα στην ζωή μου ήταν εκεί και με χαϊδολογούσε και μου πείραζε τ’αυτιά και με γαργάλαγαν!!”

“Τότε ένιωσα την γιατρό να αγγίζει το πόδι μου.

Αλήθεια σας είπα πως τα πόδια μου είναι από τιτάνιο;;;

Μου τα έφτιαξε ο John μου όταν τα τραυμάτισα. Όμως ακόμα κι έτσι δεν μπορούσα να τα κινήσω τελευταία.

Και τώρα μου κάνει άλλη μια ένεση η κυρία.
Μόνο που αυτή με γιατρεύει!!
Τα πόδια μου δεν πονάνε, το σώμα μου το νιώθω καλά κι ακόμα κι η καρδιά μου είναι καλά!!
Ναι, ότι με αρρώσταινε τελείωσε.. Είναι ένα θαύμα!”

“Είδα τον John μου και τον Jay και τη Shelly, που έρχεται καμιά φορά και μένει εδώ. Μοιάζουν σαν κάτι να προσπαθούν να κρύψουν. Κάτι κρύβουν και δεν μπορώ να καταλάβω τι.

Μοιάζει με εμένα, με το σώμα μου αλλά όχι τώρα που είμαι καλά. Πριν, που υπέφερα..
Δεν βλέπω καλά το πρόσωπο αλλά όποιος είναι πρέπει να υποφέρει πολύ ο κακομοίρης.
Βλέπω τον John ανακουφισμένο αλλά και τόσο, τόσο θλιμμένο.
Κοιτάει αυτό που μου μοιάζει αλλά δεν είμαι εγώ και κλαίει.
Δεν με βλέπει αλλά εγώ χοροπηδάω γύρω του.
Είναι θλιμμένος κι εγώ δεν μπορώ να πάρω τη στεναχώρια του μακριά.
Κάθομαι πλάι του κι ας μην με βλέπει.
Μην ανησυχείς άνθρωπέ μου, φίλε μου, κολλητέ μου, εγώ δεν θα φύγω ποτέ από το πλάι σου. Εδώ θα μείνω! Το ξέρεις αυτό….”

Πηγή: anapnoes.gr