Αυτό το κείμενο είναι για την Αυγόλα, για την σκυλίτσα μου. Αυτό το κείμενο θα διηγηθεί μέρος της ιστορία της, αλλά ταυτόχρονα αυτό το κείμενο δεν είναι μόνο της Αυγόλας. Αυτές οι λέξεις αφορούν και αφιερώνονται σε όλες τις αδέσποτες ψυχές, που με μέσο όρο ζωής μόλις τα δύο έτη, ψάχνουν και παρακαλούν απεγνωσμένα για ένα σπιτικό και μια οικογένεια, όμως στις περισσότερες των περιπτώσεων εισπράττουν την απόρριψη, την κακοποίηση και την βίαιη θανάτωση, έχοντας ζήσει την σύντομη ζωούλα τους πεινασμένες, διψασμένες και αποδιωγμένες, χωρίς να εισπράξουν ποτέ αυτό που περισσότερο λαχταρούν: το ανθρώπινο χάδι.
Την Αυγόλα μου, την Αυγούλα μου δηλαδή, που παραφράστηκε το όνομά της κατά λάθος κι έτσι έμεινε, την πρωτογνώρισα στο facebook από δημοσιεύσεις φιλόζωων, που αναπαρήγαγαν την άνοιξη του 2013 άρθρα που έγραφαν για μια αδέσποτη θηλυκιά κουταβίτσα σε ένα χωριό της Πρέβεζας, που αποχαιρέτησε τον άνθρωπο που την τάιζε μαζί με τα υπόλοιπα αδέσποτα του χωριού, με ανθρώπινο και σπαρακτικό τρόπο. Όταν εκείνος πέθανε, η Αυγόλα πήγε στην κηδεία του, την ακολούθησε μέχρι το κοιμητήριο και την ώρα της ταφής πήδηξε μέσα στο μνήμα κλαίγοντας σαν μωρό. Το νέο φυσικά δεν άργησε να μαθευτεί σε όλη την Ελλάδα μέσω της κοινοποίησης των σχετικών άρθρων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να συγκινήσει. Μία μόνο φωτογραφία της υπήρχε, τραβηγμένη μετά το περιστατικό: ένα μπεζ ημίαιμο σκυλάκι μεσαίου μεγέθους, συνηθισμένο όπως τα περισσότερα ημίαιμα αδέσποτα, αλλά με μάτια ανθρώπινα. Με ματιά που διαπερνούσε τον φακό και που φανέρωνε έκδηλη μελαγχολία: την μελαγχολία που διακατέχει όλα τα κατατρεγμένα και αποδιωγμένα πλάσματα.
Αρκετοί άνθρωποι έσπευσαν τότε να την υιοθετήσουν, αλλά η Αυγόλα παρέμεινε τελικά αδέσποτη, με ό,τι συνεπάγεται αυτό όχι μόνο για την Αυγόλα, αλλά και όλα τα αδέσποτα: πείνα, δίψα, τσιμπούρια και ψύλλους, επιπεφυκίτιδα, περιπλάνηση στους δρόμους και στα χωράφια, ξύλο και κακοποίηση, έκθεση στις καιρικές συνθήκες, απώλεια των κουταβιών της. Ένα χρόνο όμως μετά και επιστρέφοντας στην ζωή μετά από μακροχρόνια ασθένεια, κάποιος σκεφτόταν ακόμα την Αυγόλα και δεν άργησε να ρωτήσει εάν τελικά είχε υιοθετηθεί. Όχι, ήταν ακόμα αδέσποτη και κινδύνευε, καθώς εκείνες τις ημέρες είχε σημειωθεί ένα ακόμα τραγικό περιστατικό στο χωριό, ένα περιστατικό δυστυχώς συνηθισμένο σε όλα τα σημεία της χώρας μας, με διάφορες φρικτές παραλλαγές: ο Λέων, ο επίσης αδέσποτος σύντροφος της Αυγόλας, έγινε έμψυχος στόχος τριών “ανθρώπων”, που με 35 περίπου σφαίρες προερχόμενες από τρία διαφορετικά όπλα, αφού του έσπασαν και του εξάρθρωσαν τα πίσω πόδια, τον κατέστησαν ημιθανή. Η απόφαση είχε παρθεί και για τα δύο σκυλάκια: η Αυγόλα θα υιοθετούνταν και ο Λέων που είχε σωθεί από θαύμα με τις κινητοποιήσεις των φιλόζωων της περιοχής και της δαπανηρής λόγω της κατάστασής του οικονομικής αρωγής του Save a Greek Stray, της φιλοζωικής οργάνωσης της Εριέττας Κούρκουλου, θα φιλοξενούνταν μέχρι να υιοθετηθεί, όπως και έγινε.
“Γαύγιζε ασταμάτητα τα αυτοκίνητα, τα μηχανάκια και τους περαστικούς”. “Έπαιρνε από πίσω τους ανθρώπους και εκλιπαρούσε να την πάρουν”. “Ήταν ένα από τα πλέον ατίθασα αδέσποτα”, σύμφωνα με διηγήσεις μίας εκ των καλών Κυριών της τοπικής φιλοζωικής που φρόντισαν για την υιοθεσία της.
Η Αυγούλα δεν γαύγισε παρά μόνο αρκετούς μήνες μετά την εγκατάστασή της στο σπίτι μας και ήταν ένα γαυγισματάκι μάλλον για να παρασύρει τον άλλο μας σκύλο σε…γαυγιστική συναυλία. Πράγματι παίρνει από πίσω τόσο εμένα, όσο και την κόρη μου οπουδήποτε μετακινηθούμε μέσα στο σπίτι και μας φιλάει το πίσω μέρος των ποδιών μας. Πρόκειται για ένα από τα πλέον ήρεμα, έξυπνα, καλά και καθαρά σκυλιά. Δεν έχει λερώσει ποτέ στο σπίτι και περιμένει από την πρώτη ημέρα την βόλτα της, παρ’όλο που μέχρι τότε κοιμόταν στους δρόμους και στα χωράφια. Πως έγινε αυτό; Μα δεν υπάρχει αδέσποτο ζώο που να βρει οικογένεια και να μην ηρεμήσει. Δεν υπάρχει αδέσποτο που να λερώνει τον χώρο του. Δεν υπάρχει αδέσποτο που να κάνει ζημιά και , το κυριότερο, δεν υπάρχει αδέσποτο που να μην αγαπήσει απόλυτα.
Η Αυγούλα συνήθως κοιμάται με ανοιχτά μάτια, παλιά κατάλοιπα φόβου από τον ύπνο στον δρόμο. Όταν κοιμάται βαθειά, κάποιες φορές τινάζεται στον ύπνο της. Ποιος ξέρει τι εφιάλτες από την πρότερη ζωή της να βλέπει. Όταν την βλέπω να τινάζεται, την χαϊδεύω απαλά στο κεφαλάκι της και ξυπνάει. “Εγώ είμαι Αυγούλα μου, η μαμά που σ’αγαπάει. Κύττα, είσαι στο κρεββάτι σου. Κύττα, είσαι ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ”. Και τότε η Αυγούλα γυρίζει τα ματάκια της, στο κρεββάτι μου όπου και κοιμάται, στο δωμάτιο, σε μένα και μου φιλάει τα χέρια με μανία, μέχρι να μουλιάσουν, και μετά ξανακοιμάται με προσκεφάλι το χέρι μου χαμογελώντας που δεν θα χρειαστεί να ζητιανέψει ποτέ πια κάτι από τους περαστικούς. Γιατί η Αυγούλα είναι από τα λίγα από τα εκατοντάδες χιλιάδες αδέσποτα σκυλιά που στέκονται τυχερά να υιοθετηθούν στην Ελλάδα του 21ου αιώνα.
Μαίρη Σβαρνιά, Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος.
Αφιερωμένο στην Δώρα, την Μάρθα, την Βάσω, την Μάρθα Πουλτίδου, την Μαίρη Παπαναγιωτάκη, την Ρούλα Περγάρη, τον Δημήτρη Χατζηπλή και τόσους άλλους ανθρώπους που στάθηκαν δίπλα μας.
Εις μνήμην της Κυρίας Σόνιας Κ.